8 Μαρτίου: Παγκόσμια Ημέρα της Γυναίκας
Η χρονιά που πέρασε δεν ήταν μια καλή χρονιά για τις γυναίκες. Η παγκόσμια κρίση άφησε έντονα τα ίχνη της στη ζωή των γυναικών. Οι ειδήσεις για κακοποιήσεις κοριτσιών και γυναικών ανά την υφήλιο καταλάμβαναν σχεδόν καθημερινά χώρο και χρόνο στα μέσα μαζικής επικοινωνίας. Η βαρβαρότητα του περιεχομένου των «ειδήσεων» αυτών ήταν άνευ προηγουμένου.
Παρ’όλα αυτά, ας αναγνωρίσουμε ότι στη χώρα μας έχουμε ένα σημαντικό προνόμιο. Γυναίκες και κορίτσια, απολαμβάνουν ατομικές και κοινωνικές ελευθερίες που για εκατομμύρια ανθρώπους σε άλλες ηπείρους παραμένουν στη σφαίρα της φαντασίας.
Θα πρέπει να σημειωθεί ότι οι εποχές αυτές δεν ευνοούσαν τις καινοτομίες, ειδικά σε ό,τι αφορά τη σχέση των δύο φύλων. Πολλοί μιλούν για τη «δυστυχία του να είσαι γυναίκα εκείνη την εποχή».
Στις αρχές του 20ου αιώνα, η Ελληνίδα ζει στο περιθώριο της δημόσιας, οικονομικής και κοινωνικής δραστηριότητας, καταπιεσμένη από το πατριαρχικό, οικονομικό και οικογενειακό σύστημα. Για να επιβιώσει, υπομένει τις διακρίσεις σε βάρος της, τη βαθιά αδικία που φθάνει ακόμη και στη βία, ακόμη και στο θάνατο. Αυτή την τυφλή, πατριαρχική εξουσία στην ελληνική κοινωνία του 20ου αιώνα αποτυπώνει μοναδικά, όσο και τραγικά, ο Ξενόπουλος, στη «Στέλλα Βιολάντη», το ομώνυμο διήγημά του. Η Στέλλα, είναι «κτήμα» του πατέρα της. Τη χειρίζεται ως σύμβολο της κοινωνικής του θέσης και της ανδρικής του εξουσίας. Ορίζει τη ζωή και, τελικά, ακόμη και το θάνατό της.
Ακόμη και ο κόσμος της γνώσης ήταν κλειστός για τις γυναίκες. Η εκπαίδευση των κοριτσιών, που είχε αρχίσει από τα μέσα του 19ου αιώνα, αφορούσε μόνον τις μεγάλες αστικές πόλεις. Ήταν συνήθως ιδιωτική πρωτοβουλία, με υψηλά δίδακτρα, με τη μορφή οικοδιδασκαλίας.
Και γιατί άλλωστε, η γυναίκα να μορφώνεται εφόσον δεν χρειάζεται να εργάζεται! Ας θυμηθούμε τι μαρτυρά η Ελισάβετ Μαρτινέγκου, στην αυτοβιογραφία της, που πρωτοεκδόθηκε στα τέλη του 19ου αιώνα, ένα εξαίρετο δείγμα νεοελληνικής γραμματείας. Μας μιλά για την απομόνωση των γυναικών και τον αποκλεισμό τους από την εκπαίδευση και τον δημόσιο χώρο.
«…εκοίταξα τους τοίχους του σπιτιού, όπου με εκρατούσαν κλεισμένην, εκοίταξα τα μακρά φορέματα της γυναικείας σκλαβιάς και ενθυμήθηκα πως είμαι γυναίκα, και περιπλέον γυναίκα Ζακυνθία, και αναστέναξα…..». Η αίσθηση του αδιεξόδου στους τέσσερις τοίχους του σπιτιού, είναι διάχυτη: «Τούτο το σπίτι ήθελε μου προξενήσει γλήγορον και κακόν θάνατον».
Βεβαίως, η κατάσταση αυτή αφορούσε κυρίως τα μεσαία και ανώτερα στρώματα, γιατί οι λαϊκές γυναίκες ποτέ δεν έπαψαν να προσφέρουν άμισθη εργασία, σχεδόν σε 24ωρη βάση. Εργασία μέσα από την οποία είχαν αναπτύξει πολύτιμες γνώσεις και δεξιότητες οικιακής οικονομίας.
Σε αυτό τον κοινωνικό χώρο, στις αρχές του 20ου αιώνα, η πρόταση για κορίτσια Προσκόπους στην αστική κοινωνία της Αθήνας φάνταζε υπερβολική. Ακόμη περισσότερο αυτό ισχύει για τη λαϊκή γυναίκα, τη γυναίκα της ελληνικής επαρχίας, που συνεχίζει να ζει κάτω από την εξουσία του πατέρα, του συζύγου, του αδελφού.
Όμως, χωρίς αμφιβολία, ο Προσκοπισμός των κοριτσιών λειτούργησε αφυπνιστικά. Κι αυτό, μέσα από τη δράση και τις πρωτοβουλίες ξεχωριστών γυναικών, όπως η Αύρα Θεοδωροπούλου, η οποία πρωτοστάτησε και στο γυναίκειο κίνημα.
Χάρις στις προσπάθειες φωτισμένων Ελληνίδων, αλλά και τη στήριξη ανδρών, επιφανών μελών της αστικής κοινότητας, η κοινωνία έκανε δειλά τα πρώτα βήματα στο δύσκολο μονοπάτι των γυναικών διεκδικήσεων.
Το κίνημα του Προσκοπισμού στήριξε ουσιαστικά το αίτημα για μόρφωση των κοριτσιών. Δημιούργησε συνθήκες ισοτιμίας των δύο φύλων για αυτό που σήμερα ονομάζουμε άτυπη και διά βίου μάθηση. Βοήθησε την κοινωνία να συνειδητοποιήσει τις ικανότητες του γυναικείου φύλου, αλλά και το δίκαιο του αιτήματος για ισότητα στην κοινωνία.
Σήμερα, ο Προσκοπισμός έχει ήδη αναγνωριστεί από την ελληνική κοινωνία ως ένας χρήσιμος θεσμός, ανοικτός σε όλους, που συμπληρώνει το σχολείο και την οικογένεια. Είναι ένα κάλεσμα σε παιδιά και νέους να ανακαλύψουν τον κόσμο, να αγαπήσουν την εξερεύνηση και τη μάθηση. Προσφέρει ευκαιρίες να ενταχθούν αυθόρμητα στο σύνολο, αγόρια και κορίτσια. Να συνεργαστούν, να αναπτύξουν δεξιότητες ζωής, να μάθουν να δρουν με ατομική ευθύνη.
Και, κυρίως, είναι εκείνες οι αξέχαστες, μοναδικές αναμνήσεις που θα μας ακολουθούν στην ενήλικη ζωή μας, από μια παιδική ζωή γεμάτη ουσία και νόημα.
Και αυτό θα είναι το πιο ανεκτίμητο δώρο για τα παιδιά μας.Το κείμενο αποτελεί χαιρετισμό της κυρίας Βάσως Κόλλια στην Ημερίδα «Η συμβολή της γυναίκας στο Σώμα Ελλήνων Προσκόπων» που πραγματοποιήθηκε το 2015 από το Ιστορικό Αρχείο του Σ.Ε.Π.
Η Βάσω Κόλλια είναι Αντιπρόεδρος Δ.Σ. του Σ.Ε.Π. και πρώην Γενική Γραμματέας Ισότητας των Φύλων.